Ο π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗΣ ΕΠΙΜΕΝΕΙ ΣΤΙΣ ΝΕΟΦΑΝΕΙΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΜΜΕΝΕΙ, ΔΙΑΣΤΡΕΦΩΝΤΑΣ, ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΚΑΝΟΝΑ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΕΩΣ
Του Παναγιώτη Νούνη
Δείτε το εδώ, εδώ και εδώ σε PDF και DOCS.
Ο κατήφορος της ετεροδιδασκαλίας, κατά την πρώτη εκτίμησή μας, αδελφοί και πατέρες, του λίαν αγαπητού παππούλη μας π. Βασιλείου Βολουδάκη δεν έχει σταματημό. Ποιος σου έλεγε αγαπημένε κ. Παναγιώτη Τελεβάντε μου ότι ο «μισθοφόρος του Βολουδάκη», ο «υπογράψας» τινά δήθεν Βολουδακικά άρθρα, το «ελεγχόμενο» δήθεν Βολουδακικό Ιστολόγιον «ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ», ο διαδικτυακός μαθητής σου και ο εν αδίκω σφοδρώτατος πολέμιός σου, ότι κάποτε θα διενεργούσε ανάλογη σφοδρή αντιρρητική κριτικήν και κατά του Πρωτοπρεσβυτέρου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών π. Βασιλείου Βολουδάκη.
Ουδέποτε είχα τέτοιον σχέδιον κατά νου, διότι είχα απόλυτον εμπιστοσύνη στο εν λόγω λίαν αγαπητό μου κληρικό. Απόδειξις είναι, ότι συστηματικώς τα τελευταία χρόνια τον υπεράσπιζα, δημόσια, ιδιωτικά και προσωπικά. Μάλιστα αναρτούσα διά των προσωπικών μου διαδικτυακών σελίδων, συστηματικώς, τα κηρύγματα και μαθήματά του. Τελευταία μάλιστα, μόλις προχθές, έλαβα και συγχαρητήριο γράμμα από τον ίδιο για ένα κείμενό μου όπου και θα το δημοσιεύσω λίαν προσεχώς.
Δεν εξανεμίστηκε ακόμη η ελπίδα μου, ότι υπάρχει μία μεγίστη πιθανότητα να σφάλλω προσωπικά. Και εάν αποδειχθεί ότι σφάλλω να απολογηθώ. Ή, ότι ίσως κάπωθεν να υπερβάλλω, έτσι ώστε να μή έχω και απόλυτα εμπεδωμένη βεβαιότητα, ή να μη έχω ακόμη σχηματίσει μίαν ολοσχερώς, τελεσίδικην πεποίθηση, μέσα μου, διότι δεν έχω απόλυτον εμπιστοσύνη σαφώς στο λογισμό μου.
Θεραπεία επ΄αυτού του διλήμματος είναι: να ερωτήσεις τους πνευματικούς σου πατέρες, αλλά και άλλους ειδικούς και πεπειραμένους ανθρώπους, περί των Θεολογικών Ζητημάτων, όπερ και το έπραξα. Και χωρίς πολλά πολλά, φωτισμένοι άνθρωποι μου επιβεβαίωσαν τον λογισμό μου και την ιδιαίτερη αίσθησίν μου ότι σαφέστατα ο π. Βασίλειος Βολουδάκης, εδιεκήρυξε, αλγεινή και φοβερά κακοδοξία. Εάν δεν μου επιβεβαίωναν οι πνευματικοί αδελφοί και πατέρες μου, τον εν λόγω θεολογικό προβληματισμό μου θα εδιανοούμουν σε ψιλό λογισμό να προσβάλλω και να καταγγείλω, και δή δημοσίως, την κακοδοξία του αγαπητού φίλου και πολυχρόνιου συνεργάτου μου πατρός Βασιλείου; Προφανώς όχι!
Και η βροντερή απόδειξις ότι δεν έψαχνα ουδέποτε να του βρώ κακοδοξίες, είναι η σταθερή αμυντική πολεμική μου εναντίον όσων είχα την προσωπική πεποίθηση ότι τον κατηγορούσαν άδικα, πράγμα το οποίον και επιβεβαιώνει ο ίδιος στο βίντεο. Αλλά όμως αναντίρρητα με αδικεί, αδικεί τον συνεργάτη του, όπου με ταυτίζει με τους δήθεν συκοφάντες του, ενώ την ίδια στιγμή μου γράφει επιστολές και μου επιβεβαιώνει, γραπτώς, ότι δεν με ταυτίζει με εκείνους.
Σε ειδικώτατο οπτικοακουστικό αφιέρωμα, με τις Βολουδάκειες αντιρρήσεις του, ο π. Βασίλειος, διαβάζει και μας διδάσκει πολύ σωστά όσα ακριβώς μας εξιστορεί ο άγιος Νεκτάριος περί του Αρείου. Αλλά όμως, ο ίδιος κληρικός, επιμένει στην κακοδοξία του, διότι ακόμη να την ανασκευάσει και να αντιληφθεί, ότι όλα όσα εδιεκήρυξε σε πρηγούμενο βίντεο, είναι τα ακριβώς αντίθετα με αυτά που μας περιγράφει ο άγιος Νεκτάριος.
Επισημαίνω χάριν της αντικειμενικής αλήθειας του πράγματος μερικά α-νόητα σημεία των ενεργειών του π.Β.Β.:
Όλα όσα ακριβώς μας παραθέτει ο π. Βασίλειος στο βίντεο (12/6/2017, Ο π. Βασίλειος Βολουδάκης προς θηρευτάς “κακοδοξιών”! https://www.youtube.com/watch?v=j7Xnba1bX8k) διά του εγχειριδίου του Αγίου Νεκταρίου, τα είχαμε πρώτοι καταγράψει (6/6/2017), ως ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΚΛΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΒΟΛΟΥΔΑΚΗ, [δείτε εδώ: http://apologitikaa.blogspot.com.cy/2017/06/blog-post_7.html%5D και σημειώσει, από άλλες ακαδημαϊκές ιστορικές πηγές, εις το πρώτον αντιρρητικό ή καταγγελτικό μας δοκίμιον όπου το ανερτήσαμε δημοσίως (7/6/2017) και έτσι απεκαλύψαμε ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΩΣ το εν λόγω ζήτημα, και δή ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΩΣ, και με ιστορικές ή αγιολογικές μάλιστα παραπομπές, ότι ο π. Βασίλειος «γυμνή τη κεφαλή» εκήρυξε δυστυχώς κακοδοξίες.
Οι κακοδοξίες του επροήλθαν μέσω της κατηχητικής και ποιμαντικής δραστηριότητός του σε μία ομιλία του στην ιερά ενορία του στον Άγιο Νικόλαο Πευκακίων. Και όχι σε μάθημα Εκκλησιαστικής Ιστορίας, καθώς πολύ σωστά ο ίδιος μας το διευκρινίζει και τονίζει. Αλλά όμως, το ιδικό του αμφιλεγόμενο επιχείρημα, ότι δεν διδάσκει Εκκλησιαστική Ιστορία, είναι έωλο επιχείρημα, που προσβάλλει ιδιαίτερα τόσο τον ίδιο όσο και την νοημοσύνη των οπαδών και μαθητών του, διότι όπως πολύ ορθά και αντικειμενικά έχουν τα πράγματα, ως ποιμένας, οφείλει, να ποιμαίνει και να κατηχεί, ορθοδόξως και απλανώς, τον Λαόν του Θεού και έτσι είναι αναντίρρητα αδικαιολόγητος, στο να κακοδοξεί, αφού πράγματι δεν διδάσκει εκκλησιαστική ιστορία.
Άραγε είναι ή δεν είναι μεγίστη αντίφαση, όπου εκεί εκζητούσε τινά επιείκια δια την κριτική μας, ότι θα έπρεπε στην χειρώτερη των περιπτώσεων να τον καταγγέλναμε, ως ανιστόρητο κληρικό, όταν μάλιστα, μας ξεκαθαρίζει ότι ο σκοπός του, δεν ήταν να διδάξει Εκκλησιαστική Ιστορία, αλλά να κατηχήσει; Συνεπώς, πως ακριβώς να εφαρμοσθεί η α-νόητη (=άνευ λογικού νοήματος) και παράλογη απαίτησις του να τον κατηγορήσουμε, μόνο ως ανιστόρητο, αντί ως κακοδοξούντα κληρικό;
Αν και μόνον αν, παραδέχετο με πάσα αφοπλιστική ειλικρίνια, ότι εδίδασκε Εκκλησιαστική Ιστορία, και δεν εκατηχούσε το πλήρωμα της Εκκλησίας, τότε θα είμασταν αναγκασμένοι, να τον κατηγορήσουμε, ότι είναι όντως ανιστόρητος διδάσκαλος της Εκκλησιαστικής Ιστορίας.
Διότι οφείλει ή όφειλε μάλλον, να γνωρίζει, ένας λόγιος ή αμόρφωτος Κληρικός, ότι ο Άρειος είναι αιρετικώτατος και αιρεσιάρχης και ότι μάλιστα κατεδικάσθει, καθαιρέθει και αφορίσθει από την Ορθόδοξην Καθολική Εκκλησία μας πολύ πρό του αιφνιδίου θανάτου του.
Όλα αυτά βέβαια, ο π. Βασίλειος, τα διέστρεψε και τα αλλοίωσε, και τα παραμόρφωσε, με το βίντεο της «Κυριακής της Πεντηκοστής», κυρίως, διά τον λόγο ότι είναι πράγματι εκκλησιαστικά ανιστόρητος, και θεολογικά αθεολόγητος, τουτέστιν κακοδοξεί και δειλιά να το παραδεχθεί αλλά και να μετανοήσει.
Διότι, με αυτά που διεκήρυξε, ως «Απολογητής του Αρείου» μέχρι και ένας Προπτυχιακός Φοιτητής της Θεολογίας, μα τι λέγω ο δύσμοιρος… μάλλον μέχρι και ένα μωρό παιδάκι του δημοτικού ή του γυμνασίου ή και του λυκείου, θα τον αναχαίτιζε, ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΩΣ, ως εκφραζόμενες υπ΄αυτού ασυναρτησίες, κακοδοξίες και βλακείες ολκής.
Έτσι λοιπόν: από «καλός Ποιμήν» εν μια νυκτί μας (αυτό)φανερώθει προς στιγμήν ως λυκοποιμήν… και συνεχίζει ο ταλαίπωρος Κληρικός των Πευκακίων να μας δείχνει και να τρίζει τά δόντια του μη φειδώμενος του ποιμνίου του αλλά και της «ΚΟΙΝΩΝΙΣΤΙΚΗΣ» σέκτας του.
Εμείς θα επαναλάβουμεν, ότι γράφουμε τόσες μέρες: ότι θεωρούσαμε μέχρι εχθές, ότι ο παπα Βασίλειος ΔΕΝ είναι κακόδοξος κληρικός. Δεν είναι κακόδοξος, αλλά έπεσε σε κακοδοξίες, με τη επιφοίτηση πονηρού πνεύματος ανήμερα της Πεντηκοστής. Αυτό το λέγαμε και αυτό το πιστεύαμε μέχρι προχθές. Μέχρι προχθές, τον θεωρούσαμε ως απόλυτα καλόδοξο και ορθόδοξο κληρικό ώσπου έπεσε ΔΗΜΟΣΙΩΣ σε μερικές κακοδοξίες.
Μέχρι χθές θεωρούσαμε, ότι απλά και έν αφελώτητι καρδίας διεκήρυξε τις κακοδοξίες, αλλά σήμερα, με την εμμονή και επιμονή του να προσπαθεί ματαίως, να μας αποδείξει, ότι δεν ξεστόμησε κακοδοξίες, και μάλιστα ότι είναι αλάθητος και απλανής, ε τότε σήμερα, λέμε χωρίς φόβο και πάθος, ανευ περιστροφών, ότι όχι μόνον οι εν λόγω ενέργειές του όπου τον καταγγείλαμε είναι κακόδοξες αλλά μάλλον είναι και κακόδοξος κληρικός, διότι εμμένει και επιμένει, σκανδαλιστικώς, στο αιρετίζων λάθος του και στις κακοδοξίες του. Και παύομε έτσι να του έχουμε και την αμυδρά στοιχειώδη εμπιστοσύνη που του είχαμε τόσα χρόνια.
Και προττάσουμε, ένα μεγάλο ερωτηματικό σε όσα τον υπερασπίσαμε τόσα χρόνια, και θέτουμε κυρίως εν ηχηρά αμφιβόλω όλα όσα έγραψε και διενήργησε, μηδενός εξαιρουμένου, μέχρι ακόμη και της αμαρτωλής και άνομης δημοσίας διενεργείας του όπου όντας Κληρικός της ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών, εμπνεύσθει, δημιούργησε και συμμετέχει, ενεργοποιημένα (!), στην Πολιτικήν Παράταξην «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» προσβάλλωντας έτσι απευθείας σωρηδόν Ιερούς Κανόνες, πράγμα το οποίον τον αποδεικνύωσι, ως δεινότατο παραβάτη των ιερών Κανόνων, ως κακόδοξον και νεωτεριστήν κληρικόν, όπου διακατέχεται από το πονηρότατο πνεύμα του Παποκαισαρισμού.
Αν στην εξίσωση του κόμματος «ΚΟΙΝΩΝΙΑ» απουσίαζε, παντελώς, η κληρικαλιστική μορφή του πατρός Βασιλείου, το εν λόγω πολιτικό κόμμα, θα ήτο θεολογικά, ακατηγόρητον. Αλλά επειδή συμμετέχει και συναποτελεί σημαντικότατο εξάρτημα ολοκλήρου του πολιτικού μηχανισμού του, ως πνευματικός πατήρ που ενεργεί και με άλλα πολυποίκιλα μέσα, στο εν λόγω πολιτικό χώρο, ο εν λόγω θρησκευτικοπολιτικός χώρος δύναται ανέτως να χαρακτηρισθεί ως η κατ΄εξοχή εκκλησιαστικο-Πολιτική Σέκτα του πατρός Βασιλείου.
Όλα τα προειρημένα, συνδέονται και συμπλέκονται, διότι αλληλοπεριχορούνται, άρδην, με τις σωρηδόν επιπρόσθετες και σταθερές καταγγελίες του ρωμαλέου Ελληνοκυπρίου θεολόγου της ιεράς Αρχιεπισκοπής της Αμερικής κ. Παναγιώτη Τελεβάντου.
Δυστυχώς ο π. Βασίλειος, επιμένει και εμμένει, αμετανόητα, στις κακοδοξίες του, οι οποίες δεν είναι ούτε κάν ελάχιστες.
Κυρίως η κακοδοξούσα εμμονή του, βρίσκεται στο νέο οπτικοακουστικό ντοκουμέντο, όπου είναι ειδικά αφιερωμένο σε εμας. (12/6/2017, Βίντεο: Ο π. Βασίλειος Βολουδάκης προς θηρευτάς “κακοδοξιών”!). Η επιμονή και εμμονή του αποκαλύπτονται, από τον ίδιο, στο δεύτερο ακριβώς λεπτό, όπου ομολογεί με σαφήνεια, τι ακριβώς αιρετίζων παράδειγμα χρησιμοποίησε στην προγενέστερη κακόδοξη κατηχητική ομιλία του. Αν κανείς παρατηρήσει προσεκτικότατα και τα δύο βίντεο, πουθενά δεν ανασκευάζει την αιρετική πλάνη του καθότι δεν ομολογεί ότι έπεσε σε κακοδοξία.
Η καινοφανής ετεροδιδασκαλία του πατρός Βασίλειου, συμπυκνώνεται, μέσα σε πιο λίγο από είκοσι δευτερόλεπτα, και κατά λέξη με τα επόμενα ακριβώς λεχθέντα του:
«Ότι ο Άρειος, τελεσίδικα, δεν είχε καθαιρεθεί μέχρι που ο Θεός έδειξε την δικαιοσύνη του με το να ανοίξουν τα σπλάχνα του και να χυθούν…».
Μας διδάσκει ο π. Βασίλειος, ότι ο Άρειος δεν είχε καθαιρεθεί, ενόσο ζούσε, από την Εκκλησία. Αυτό κατά την ιδική μας άποψη είναι αίρεσις και κακοδοξία. Και δεν είναι αυθαίρετος ο λόγος τούτος, διότι μας το διευκρινίζει με έμφαση και απόλυτη βεβαιότητα, ο ίδιος, και στο ακριβώς προηγούμενο βίντεο. Όπου επέμενε, ότι πράγματι ο Άρειος ποτέ δεν καθαιρέθει ενόσο ζούσε από την Εκκλησίαν. Και όλα αυτά γιατί μας τα διδάσκει; Για να υποστηρίξει, το αμέσως επόμενον, κακόδοξο και άτοπο, επιχείρημά του ότι κανένας δεν μπορεί να κατηγορεί, ως αιρετικό ή κακόδοξο, ένα Κληρικό όπου κακοδοξεί. Γι΄ αυτό το λόγο μη ξεχνάτε, ότι μας έφερε, ως εσφαλμένον παράδειγμα, τον Αρειανισμό και τον αιρεσιάρχη Άρειο. Όπου αναποδογύρισε και ετεροδιδασκάλησε, ώστε να μας αποδείξει, ότι ο Άρειος ήτο δήθεν αθώα περιστερά και κανονικός Πρεσβύτερος, μέχρι του αιφνιδίου θανάτου του.
Προφανώς στα μαθηματικά και στην ιστορία, ο πατήρ Βασίλειος δεν ήταν και τόσον καλός μαθητής, διότι ξέχασε να προσθέσει στην ποιμαντική και κατηχητική του θεολογική εξίσωση, τις ορθόδοξες και απλανείς ενέργειες του Μεγάλου Αθανασίου κ.ά.
Οι λ.χ. 318 θεοφόροι Πατέρες όπου καθαίρεσαν και ανεγνώρισαν ως τέτοιον, αφορισμένο και καθαιρεμένο τον Άρειο, είναι μεγίστη απόδειξις η στάσις των όπου δεν τον ήθελαν σε συγκοινωνία και συλλειτουργία μαζί τους, εφ΄ όσον ήταν τελεσίδικα εν Συνόδω καθαιρεμένος. Ο π. Βασίλειος όμως, έχει διαφορετική και αντίθετη άποψη εξ όσων φαίνεται. Ακόμη και όταν αναγιγνώσκει τον άγιον Νεκτάριον, αδυνατεί παντελώς, να συνειδητοποιήσει, ότι, όσα είπε στο προηγούμενο βίντεο και σε όσα επιμένει στο νεώτερο βίντεο, να θεωρεί, ως τάχα μου αληθή και ορθά, είναι κακοδοξίες ολκής.
Συνεπώς ως νεοΠαραβάτης της Ιεράς Παραδόσεως, αξίζει να του προσκομίσουμε το κλασικό ρηθέν του Μεγάλου Βασιλείου όπου εφαρμώζει γάντι στην περίπτωσή του:
Πατέρα Βασίλειε μου, «άνέγνως, ἀλλ᾿ οὐκ ἔγνως· εἰ γὰρ ἔγνως, οὐκ ἂν κατέγνως».
Μάλιστα ο π. Βασίλειος Βολουδάκης, χρησιμοποιεί με υπερβάλλοντα και αδιάκριτο θαυμασμό, από ανοησία και κακοδοξία του, και κυρίως ως καλόδοξο επιχείρημα του, τις κατεγνωσμένες και κακόδοξες πολιτικο-εκκλησιαστικές ενέργειες του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όπερ ως γνωστό παρασύρθηκε τόσο από τον Άρειο όσο και απο τους Αρειανομάνιτες αυλικούς του. Γίνεται και εδώ κραυγαλέα φανερότατο ότι απουσιάζει η κριτική σκέψη από τον εν λόγω ποιμένα. Όπου θαυμάζει και εγκωμιάζει τις κακόδοξες και εφαλμένες ενέργειες τινός μεγίστου Αγίου Ισαποστόλου και Πολιτικού άρχοντα της Εκκλησίας.
Οι δε οπαδοί του Βολουδάκη, να παύσουν να επευφημούν τον διδασκάλο τους, εξ αδιακρισίας και ανοησίας, διότι ως γνωστό, και οι άγιοι πέφτωσι σε κακοδοξίες. Παράδειγμα τρανό ο Μέγας Κωνσταντίνος. Οι άγιοι όμως έχωσι, Χάριτι Θεού, το θάρρος και την ταπείνωση, να μετανοώσι, όπως έπραξε και ο Μέγας Κωνσταντίνος πρό της τελευτής του όταν έλαβε το άγιον Βάπτισμα και το Χρίσμα. Ο Αιρεσιάρχης Άρειος δεν ξέρουμε, μέσα στις οδύνες του αιφνιδίου θανάτου του αν πρόλαβε να ψελλίσει εν μετανοία έναν αναστεναγμό.
Όμως πατέρα Βασίλειε μου, η επίγεια και η ουράνια Ιεραρχία, εμίλησεν, εμίλησε τελεσίδικα δια της Αγίας Α΄ Οικουμενικής Συνόδου και συνεπώς η εν λόγω δικαιοσύνη του Θεού, δώθηκε, με το Ανώτατο Εκκλησιαστικό όργανο της Εκκλησίας, με την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο διά των 318 Θεοφόρων Πατέρων. Έπειτα ο παντοδύναμος Θεός, για τους λόγους που Αυτός γνωρίζει καλύτερα από εμάς, ενήργησε και με το δίκαιο αλλά και θανατηφόρο πλήγμα κατά του Αιρεσιάρχου Αρείου.
Αυτό το συγκεκριμένο φρασίδειο που δήλωσε, ο π. Βασίλειος, δεν είναι, εξαπλουστεμένα καθώς ο ίδιος νομίζει, μία απλή άγνοια της Εκκλησιαστικής ιστορίας, και ένα απλό ανιστόρητο λεχθέν του. Τι είναι τότε;
Αλλά είναι, μάλλον, βλασφημεία κατά του Αγίου Πνεύματος!
Βλασφημεία, κατά της τελεσίδικης αποφάσεως (325μ.Χ.) της αγίας Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, και βλασφημη απαξίωσις κατά των 318 Θεοφόρων Πατέρων όπου εκείνοι, διά εντολή της Ουράνιας Ιεραρχίας, καθαίρεσαν, αφορίσαν και αναθεματίσαν, τον Άρειον, ως αιρετικότατο, και Χριστομάχο αιρεσιάρχη, έντεκα ολόκληρα χρόνια πρό του θανάτου του.
Περίπου στο τέταρτο λεπτό, απορεί ο π. Βασίλειος, ρητορικώς(;) για ποίον λόγο έβαλα τον επιθετικό προσδιορισμό σε πληθυντικόν αριθμό ως «κακοδοξίες», αντί στον ενικόν αριθμόν «κακοδοξία». Αφού δεν βρίσκει τινά θεολογικά ατοπήματα σκαλίζει και προβάλλει τα όποια αδύνατα φιλολογικά σημεία μας. Αυτό τον αποδεικνύει ότι είναι κληρικός χωρίς μπέσα. Εμείς όμως, θεωρήσαμε, ότι δεν ήταν μία η κακοδοξία, ώστε να τον καταγγείλουμε περί μίας και απόλυτης κακοδοξίας αλλά ήταν και είναι πέραν της μίας. Συνεπώς, και φιλολογικά είμεθα καλυμμένοι. Βέβαια, είτε μία κακοδοξία διεκήρυξε, είτε δύο, είτε τρείς, είτε και δεκατρείς, σημασία δεν έχει η ποσότης, αλλά η κατηχητική και ποιμαντική ποιότης π. Βασίλειε, ήταν και είναι κακοδοξούσα και αιρετίζουσα ποιότης.
Απορεί ο π. Βασίλειος, περίπου στο 4ο λεπτό και 30ο δευτερόλεπτο, στο εν λόγω υπό κρίσιν βίντεο:
«Είναι κακοδοξία αυτό; Να πείς ότι ο Άρειος εν όσο ζούσε δεν καταδικάστηκε από την Εκκλησία; Είναι κακοδοξία αυτό; Είναι ανιστόρητο».
ΝΑΙ ΕΙΝΑΙ π. ΒΑΣΙΛΕΙΕ! ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΙΝΑΙ!!
ΚΑΙ ΑΠΟΡΩ, ΠΟΥ ΑΠΟΡΕΙΤΕ ΜΕ ΕΚΠΛΗΞΗ, ΓΙΑ ΤΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΝΤΙΘΕΤΟΝ, ΟΠΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟ ΠΕΡΙΣΙΟΝ ΘΡΑΣΟΣ ΜΑΣ ΤΟ ΔΙΔΑΣΚΕΤΕ ΣΥΝ ΤΟΙΣ ΑΛΛΟΙΣ!!
ΕΤΣΙ ΑΚΡΙΒΩΣ!!! ΕΙΝΑΙ ΚΑ-ΚΟ-ΔΟ-ΞΙ-Α!
ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑ;
ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΑΚΗ Ή ΜΑΛΛΟΝ ΧΕΙ-ΡΙ-ΣΤΗ ΚΑΙ Α-ΝΤΙ-ΘΕ-ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΚΟΝΤΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΗ ΣΥ-ΝΟ-ΔΙ-ΚΗ Α-ΠΟ-ΦΑ-ΣΗ ΤΩΝ 318 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ Α΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ. ΤΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΑΥΛΑ!
ΕΙΝΑΙ ΔΗΛΑΔΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΕΙΝΑΙ π. ΒΑΣΙΛΕΙΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΜΑΣ ΣΤΥΓΝΩΤΑΤΗ ΜΑΛΙΣΤΑ ΚΑ-ΚΟ-ΔΟ-ΞΙ-Α!
Σαφώς δεν πρόκειται για κακοδοξία δογμάτων, αλλά για κακοδοξία, ιεροΚανονικής υφής, Συνοδικής και τελεσίδικης απόφασις όπερ συσχετίζεται εμμέσως πλήν σαφώς με την κακόδοξο διδασκαλία του Αρείου.
Είναι πράγματι κακοδοξία να πεί κανείς, ότι ο Αιρεσιάρχης Άρειος ή ο Αιρεσιάρχης Ωριγένης (περί του αιρεσιάρχου Φιλοσόφου Ωριγένους προσπαθώσι να τον αθωώσουν οι Οικουμενιστές) ουδέποτε κατεδικάσθησαν από την Εκκλησία. Διότι κατεδικάσθησαν εν Συνόδω αμφότεροι. Είτε πρό είτε μετά του θανάτου τους δεν έχει σημασία, διοτι σημασία έχει η αιώνια και τελεσίδικη καταδίκη τους, από την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, με Συνοδική βούλα των θεουμένων και φωτισμένων Πατέρων της Εκκλησίας.
Μας προσδιορίζει μάλιστα, προφανώς από κληρικαλιστικό οίστρο και θράσος, και το τι ακριβώς θα έπρεπε να γράψουμε. Ότι οφείλαμε μάλλον να γράψουμε, ότι στη χειρώτερη περίπτωση είναι ανιστόρητος, αντί για κακόδοξος. Δεν τον καταγγείλαμε εξ αρχής, ότι είναι κακόδοξος. Επιμένουμεν. Ο ίδιος, συγχαίει σκόπιμα μάλλον την κατηγορία μας κατά των κακοδόξων ενεργειών του ότι δήθεν του πλήττομε το πρόσωπο και το ποιμαντικό κύρος του αντί τις ενέργειές του. Πλέον όμως, μετά την αμετανόητο εμμονή του, τον καταγγέλουμε, ευθαρσώς, ότι είναι κακόδοξος ποιμένας.
Μία ακόμη δεύτερη κακοδοξία του είναι: η μη διάκρισις των ενεργειών από το πρόσωπον που ενεργεί. Είναι διαφορετικό να πει κανείς ότι ο τάδε κληρικός ή θεολόγος είναι αιρετικός/κακόδοξος και άλλο πράγμα διαφορετικό να πει ότι ο δείνα κληρικός έπεσε σε κακοδοξία και αιρετίζει. Είναι παντελώς διαφορετικά πράγματα. Πράγμα απαράδεκτο για Πνευματικό εξομολόγο να το αποσιωπά ή ακόμη και να το αγνοεί. Αμαρτάνει, δημοσίως, λέγοντας ψέματα, αυτό είναι επίσης, μία τρίτη κακοδοξία, διότι χείλη ιερέως υποτείθεται ότι δεν πρέπει να ψεύδονται. Γιατί ψεύδετε ενώποιον Θεού και ανθρώπων; Διότι, διατυπώνει, μία παγκάκιστη βεβιασμένη και αυθαίρετη γνώμη εναντίον μας, εναντίον των προσώπων και ενεργειών μας, ενώ ομολογεί παράλληλα, ότι μέχρι χθές τον διακονούσαμε ομαλά και ταπεινά επι σειρά ετών.
Μας κατακρίνει, δημοσίως, ότι είμεθα συκοφάντες ή, ότι δημοσιεύουμε συκοφαντίες εναντίον του. Αυτή είναι μία τέταρτη κακοδοξία. Αν είμεθα πράγματι τέτοιοι, έχει την Εκκλησιολογική και Ποιμαντική υποχρέωση να το αποδείξει. Διότι το βάρος της αποδείξεως ότι διασπείρουμε δήθεν συκοφαντίες είναι σε εκείνον που μας κατηγορεί ως τέτοιους, και κυρίως, επειδή είναι Θεολογικό και Εκκλησιαστικό το ζήτημα, οφείλει και έχει την υποχρέωση να το αποδείξει μέσω των Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων, και όχι να καταφύγει στα Πολιτικά Δικαστήρια.
Όπως έπραξε για παρόμοιο ζήτημα, ο ίδιος κληρικός, αντιΠοιμαντικά, αντιΚανονικά, αντιΧριστιανικά και αντιΕυαγγελικά με τον αξιότιμο θεολογο της Εκκλησίας της Αμερικής τον κ. Παναγιώτη Τελεβάντο. Είναι δυνατό σοβαρός και ορθόδοξος Κληρικός της Εκκλησίας της Ελλάδος να διασύρει σε Πολιτικά δικαστήρια, θεολόγον ή, έστω έναν απλόν χριστιανό της Εκκλησίας; Τα δικαστήρια των Αθηνών ήταν και είναι άκρως αναρμόδια, να δικάζουν, και να καταδικάζουν, και δή ερήμην τους, μόνιμους κατοίκους της Αμερικής και όλο αυτό πρόκειται για στυγνοτάτη και επιπρόσθετη κακοδοξία, στο κακόδοξο μητρώο του, ως μεγατόνων φαριζαϊκή εμπάθεια και ληστρικοτάτη φίμωση της Τελεβάντικης αλήθειας με νομικίστικα και δικαστικά τεχνάσματα.
Ας μας καταγγείλει λοιπόν, και είμεθα έτοιμοι, στην ιερά Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος (εφ΄ όσον είμεθα Έλληνες υπηκόοι) ή, ας μας καταγγείλει στην Εκκλησία της Κύπρου (εφ΄ όσον είμεθα μόνιμοι κάτοικοι της νήσου Κύπρου και θεολόγοι της Εκκλησίας της Κύπρου), ώστε να δικασθούμε εκκλησιαστικώς, με συνοπτικές διαδικασίες, για να αποδειχθεί, η αλήθεια του όλου θεολογικού πράγματος.
Είμαι ή δεν είμαι συκοφάντης;
Είναι ή δεν είναι, κακόδοξος, ο π. Βασίλειος Βολουδάκης;
Αυτά είναι τα ζητήματα που πρέπει να τεθούν εν Συνόδω και εν τη Ανωτέρα Εκκλησιαστική Συνοδική Αρχή μας.
Με το συμπάθιο, πατέρα Βασίλειε, αλλά επειδή είστε πρώτιστα καταγγελόμενος υπό ημών, δεν είστε σε θέση ισχύως να μας ορίσετε ή να μας διατάξετε τι ακριβώς να γράφουμε εναντίον σας. Γράψαμε κατά συνείδηση και κατόπιν θεολογικών συμβουλών, είτε σας αρέσει είτε όχι. Τέλος! Οι έχοντες νούν Χριστού, δύνανται κάλλιστα να μας αξιολογήσωσι αμφότερους.
Εσείς όπου είστε και ο καταγγελόμενος, δεν δύνασθε καθόλου να αξιολογήσετε, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΩΣ, την ιδικήν μας καταγγελίαν εις βάρος σας. Αφού είστε υπόδικος και καταγγελόμενος από εμάς, για κακοδοξίες, και διότι εν τέλει μέχρι χθές είμεθα καλοί συνεργάτες και φίλοι. Συνεπώς γιατί κάποιος να σας εμπιστευθεί; Επειδή είστε ρασοφόρος;
Ο π. Βασίλειος Βολουδάκης, επιπρόσθετα, δεν αντιλαμβάνετε δυστυχώς, καθόλου μάλιστα, ότι όσα διαβάζει παπαγαληδόν, από το ιστορικόν εγχειρίδιον του Αγίου Νεκταρίου, ότι έρχονται σε άμεση αντινομία και αντίφαση, με τα όσα ο ίδιος διεκήρυξε (Κυριακή της Πεντηκοστής) και εμμένει να διακηρύττει στο παροντικό (Κυριακή των Αγίων Πάντων) βίντεό του. Αλλά μάλιστα, ούτε υποψιάζετε ακόμη, ότι έρχονται και σε άμεση αντίθεση με όσα επιμένει να ομολογεί, ο ίδιος, στο μόλις δεύτερο λεπτό του εν λόγω τελευταίου οπτικοακουστικού ντοκουμέντου, όπου αποδεικνύεται, μέσα από δικά του λόγια και διδάγματα, τελικώς, ως δεινός παραχαράκτης ή και ως δεινός λυκοποιμένας της ορθοδόξου Πατερικής Θεολογίας.
Ο π.Βασίλειος Βολουδάκης με εντάσσει μέσα στο φαιδρό και ανόητο παράδειγμά του ότι δήθεν κολλάω ρετσινιές, εν αδίκω, σε Κληρικούς και επισκόπους. Τόσο καιρό όμως πνυεματικός μου σύμβουλος εξ αποστάσεως ουδέποτε με πληροφόρησε για το εν λόγω αμαρτωλό πάθος μου ίνα διορθωθώ και μετανοήσω. Μάλιστα δημοσίευε και άρθρα μου στον «ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΤΥΠΟΝ» όπου εξασκούσα ανέτως το άθλημα της «ρετσινιολογίας». Μόλις του διενήργησα μία εκ καθηκόντως αντιρρητική και αντιαιρετική θεολογική κριτική κατά των ετερόδοξων ενεργειών του, και τις απεκαλέσαμε ως έχουν, δηλαδή κακόδοξες, μετεβλήθηκαμε σε μανιακούς, φανατικούς και συκοφάντες του.
Δεν αποκηρύττω τον εν λόγω κληρικόν, ούτε τον δικάζω, αλλά ούτε και τον καταδικάζω (τελεσιδίκως) με τις κακόδοξες ενέργειές του. Δεν θεωρώ ότι είμαι αφ΄εαυτού μου ένα ολόκληρο Συνοδικό Δικαστήριο. Δεν είναι η δουλειά μου αυτή. Δεν καταδικάζω πρόσωπα. Κρίνω και κατακρίνω δημόσια, τις δημόσιες ενέργειες των προσώπων. Αυτό που διενεργώ είναι να το ειπώ και να το καταγγείλω ΔΗΜΟΣΙΑ στην Εκκλησία και ας αποφασίσει η Εκκλησία ανάλογα των περιπτώσεων.
Γιατί το έπραξα δημόσια; Διότι αυτό με εντέλλει το υψηλώτατον αφεντικό μου, ο Απόστολος Παύλος:
«τους (δημοσίως) αμαρτάνοντας ενώπιον πάντων έλεγχε, ίνα και οι λοιποί φόβον έχωσι». (Προς Τομόθεον Α΄ Επιστολή, κεφ. Ε΄,19-22).
Η δουλειά μου και το διακόνημά μου στο Σώμα της Εκκλησίας, είναι να ενεργώ, ελεγκτικά και αποδεικτικά, όπως ανάλογα ενεργώσι οι Δημόσιοι Ελεγκτές σε μία έννομη πολιτεία και Δημοκρατία και να καταγγέλνω την κακοδοξία την αίρεση την απόκλιση και την παραχάραξη της Ορθόδοξου Πατερικής Θεολογίας της Εκκλησίας. Δεν πρόκειται να με φιμώσει ο τάδε Νουνάκης ή ο δείνα Βουλάδακης ή και Τελεβαντάκης από το να διενεργώ το εξ ορκομωσίας θεσμικό και εκκλησιαστικό μου διακόνημα.
Ως κατακλείδα, επιθυμώ να ξαναπαραθέσω με κάθε λεξιλογικήν ακρίβεια τα υπό κρίση κακόδοξα λεχθέντα του εν λόγω κληρικού, και θα τα παραθέτω συστηματικά, ώσπου να απολογηθεί και να τα ανασκευάσει, γραπτώς και προφορικώς, τις κάτωθεν κακόδοξες αποκλίσεις του.
Πρόκειται όμως, πατέρα Βασίλειε, συγχωρέστε με για το αμέσως επόμενο, για χοντροειδέστατη όμως, και μείζονα αιρετική πλάνη και κακοδοξία ολκής, να διδάσκετε, εσείς ένας βαθειά κατηρτισμένος θεολόγος και παραδοσιακός πνευματικός της Εκκλησίας μας, κατά λέξιν, ότι:
«δεν τον ονόμασε η Εκκλησία, η Οικουμενική Σύνοδος, αιρετικό τον Άρειο. Αίρεση, είναι, αυτό που έλεγε πρίν ο Άρειος. Ούτε τον καθήρεσε ούτε τον ονόμασε Αιρετικόν. … Όχι ποτέ! Όσο ζούσε. (…) Δεν μπορείς να απευθύνεις την ετικέττα του αιρετικού σε όποιονδήποτε Κληρικό έστω και αν αυτός ο Κληρικός λέει διάφορα απ΄αυτά που έχουνε καταδικασθεί από την Εκκλησία. Θα ΄ρθεί η Εκκλησία και θα πεί αυτός είναι αιρετικός και θα τον καθαιρέσει…» (Δείτε τα εν λόγω απομαγνητοφωνημένα γραφθέντα και λεχθέντα του Βολουδάκη μετά τον 15ο λεπτόν, εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=UbR9xw-UMmQ&t=863s ).
Από τις πιο πάνω Βολουδάκειες εξυπνοβλακείες, κακοδοξίες και ασυναρτήσιες προκύπτωσι, νομίζω εύλογα και λογικά, τα εξής ερωτήματα:
Ποιος εν τέλει ονόμασε, ως αιρετικό, τον Άρειο αφού σύμφωνα με τα όσα καινοφανή πράγματα μας διδάσκει ο Βολουδάκης, ούτε η Εκκλησία αλλά ούτε και η Οικουμενική Σύνοδος (ενόσο ζούσε) τον ονόμασε ως αιρετικόν;
Τον ονόμασε αιρετικόν κάποια φανατική και φονταμενταλιστική ομάδα ιερώς Αποτειχισμένων;
Τον ονόμασαν, ως αιρετικό, οι εξωγήινοι Αρειανοί;
Αυτό που ο Άρειος έλεγε πρίν, ήτο αίρεση, σύμφωνα με τον Βολουδάκη. Αυτό όμως που έλεγε, μετά από το πρίν, τι ήτο π. Βασίλειε;
Ορθοδοξία, ή, Κακοδοξία;
Γιατί φανερούται η τόσο αντιΠαραδοσιακή και μη ορθόδοξη απολυτότητα και ο νοσυρός δογματισμός στις κακόδοξες απόψεις σας;
Εκείνα τα εις διπλούν «ούτε» τι μέρος του λόγου είναι;
Πρόκειται άραγε, για ιδικές μας συκοφαντίες ή μήπως για ιδικές σας συκοφαντίες και αλλοιώσεις κατά της Πατερικής Θεολογίας;
Εκείνο το απόλυτο και δογματικό «ποτέ», δηλ. την μανική αποφατική υπεράσπιστη του Αρείου για το ακαταδίκαστον και ακατηγόρητον, που ακριβώς να το εντάξουμε παππουλή μου;
Στις καλοδοξίες σας ή, στις κακοδοξίες σας;
Γιατί μεταβάλλατε τον εαυτόν σας σε «Απολογητή του Αρείου»; Ή γιατί εντάξατε τον εαυτό σας σε κακόδοξο «Απολογητή των Γνωσιμάχων» και «απολογητή των Κανονομάχων» πρεσβυτέρων της ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών;
Μήπως για να συγκαλύψετε τις δικές σας κακοδοξίες σας και για να μη διανοηθεί κανένας Κληρικός ή Λαϊκός να σας καταγγέλνει και κατηγορήσει; Γιατί κατέχετε κανένα αρχιεπισκοπικό αλάθητο και τινά απόλυτον αυθεντία;
Είστε υπέρ άνω κριτικής παππούλη μου;
Είστε υπέρ άνω της Ορθοδοξίας και διαστρέφετε την Πίστη μας;
Είστε υπέρ άνω των ιερών Κανόνων;
Αν και έχετε δίκαιον, δεν πρέπει να συμφωνούμε με τις ετικέττες, αλλά θα συμφωνείτε, ότι θα πρέπει να καταγγέλουμε και να διαμαρτυρώμεθα κάπως όταν Κληρικοί διαστρέφωσι και αλλοιώνουσι την ιερά Παράδοσή μας.
Συνεπώς δεν είναι ζήτημα ετικεττών, αλλά θεολογικό ζήτημα, αλήθειας και ψεύδους, ορθοδοξίας και κακοδοξίας.
Το ιερό Ευαγγέλιο μας διδάσκει, ακόμη και άγγελος εξ ουρανού να έρθει για να μας διδάξει, αντίθετα εξ όσων παραλάβαμε να είναι ΑΝΑΘΕΜΑ. Ο απόστολος Παύλος μας προτείνει «να ετικεττοποιήσουμε» κακήν κακώς τον κακόδοξο και πονηρό Άγγελο με ανάθεμα! Ενώ εσείς, τι ακριβώς μας διδάσκετε; Προφανώς και εδώ τα αντίθετα διότι θεωρείτε κακόδοξα, τους απλούς πιστούς και τους θεολόγους, ως μη Εκκλησία.
Διδάσκετε, ότι το Βασίλειον Ιεράτευμα, Κλήρος, Μοναχισμός και Λαϊκοί, δεν μπορούν να αποκαλέσουν, ως αιρετικό, εκείνο τον κληρικό που αποδεικτικά κακοδοξεί και αιρετίζει; Από πού τα βρήκατε αυτά;
Σοβαρολογείτε πατερούλη μου; Και πώς επ΄ακριβώς, θα προφυλαθεί, το Χριστεπώνυμον πλήρωμα, αν δεν κατανομασθεί (και εν τέλει δεν κουκουλωθεί το δημόσιο αμάρτημα της κακοδοξίας καθώς εσείς μας προτείνετε με διαβολική θρασύτητα) η πράξις και τάσις των κακοδόξων πρεσβυτέρων ή επισκόπων;
Και εν τέλει, εις την συνείδηση του παπαΒασίλη ποια είναι η Εκκλησία; Η Ιεραρχία και έπειτα οι πρεσβύτεροι; Προφανώς ναι, και έτσι αποδεικνύεται μια ακόμη κακοδοξία του, η κακοδοξία του Κληρικαλισμού και Επισκοπομονισμού, εις βάρος του Λαϊκού στοιχείου της Εκκλησίας, όπου καλλιεργείται υπ΄αυτού εξ άκρας αδιακρισίας.
Σκόπιμα έχουμε αφήσει εκτός κριτικής ύλης, τα όσα κακόδοξα εξ ίσου διεκήρυξε κατά της ιεράς Αποτειχίσεως και κατά των ιερώς Αποτειχισμένων Πρωτοπρεσβυτέρων. Μία ακόμη επιπρόσθετη και τρανή απόδειξη για τον τυφώνα των πολλαπλών κακοδοξιών που εκπορεύονται από τον σεβάσμιο Κληρικό των Πευκακίων.
Τέτοια φαιδρά υποτίμησις και αλλοίωσις του εν λόγω ι. κανόνος δεν ξαναέγινε από κληρικόν. Τέτοια φαύλη και υποτιμητική απαξίωσις κατά όσων ενεργοποίησαν τον ιερό Κανόνα της αποτειχίσεως και πάλιν δεν ξανάγινε από κληρικόν. Ζούμε πρωτόγνωρα φαινόμενα διότι εν τέλει επλανήθησαν και οι εκλεκτοί. Οι Οικουμενιστές ανοίγωσι σαμπάνιες, διότι βρήκασι τον καλύτερο σύμμαχο, της αλυσιτελούς σατανικής προπαγάνδας τους, μέσα στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών. Απόδειξις τρανή, ότι ο παπαΒασίλειος καλλιεργεί, αφ΄ εαυτού του ένα κακόδοξο αντιΟικουμενισμό και ότι πράγματι έχει απόλυτο δίκαιο ο θεολόγος Παναγιώτης Τελεβάντος, που τον καταγγέλνει χρόνια ολόκληρα, ότι υποσκάπτει τον αντιΟικουμενιστικόν αγώνα μας. Θα επανέλθουμε όμως, προσεχώς, εφ΄ όσον αναμένουμε να δημοσιοποιηθεί το επόμενο βίντεο όπου εδήλωσε ο π. Β. ότι θα αναλάβει και την ερμηνεία(;!) του ΙΕ΄ Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου.
Ας ελπίσουμε, ότι τελικά, θα στοιχηθεί και θα συμπαραταχθεί, απλανώς και ορθοδόξως, ως επόμενος των αγίων Πατέρων και όχι ως εφανερώθην μέχρι στιγμής ως επόμενος των κακοδόξων πρεσβυτέρων.
Του Παναγιώτη Π. Νούνη
Ορθόδοξος Θεολογών
(Έγραφον εν Επισκοπή-Κουρίω εν τη 12η μέχρι τη 17η Ιουνίου 2017)
ΠΗΓΗ: Ιστολόγιον «ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ», http://apologitikaa.blogspot.com.cy/2017/06/blog-post_77.html